Ένα θέμα που προκύπτει στα «κοινωνικά δίκτυα» και σε
συζητήσεις στη πραγματική ζωή το τελευταίο διάστημα (αλλά και που παλαιότερα
έχει συζητηθεί αρκετά).
«Πρώτα η Πατρίδα ή οι Θεοί;». «Δεν είναι
ώρα για θρησκευτικούς διαχωρισμούς ανάμεσα σε χριστιανούς και Εθνικούς», «ενωμένοι
όλοι» κλπ. Κλπ.
Στο φαινομενικά μόνον εκ πρώτης όψεως δυσεπίλυτο του προβλήματος, έως τώρα έχω
ακούσει ή πληροφορηθεί διάφορες γνώμες.
Είναι όμως ένα ερώτημα που η απάντησή του, αν το αντιμετωπίσουμε ψύχραιμα,
προκύπτει μάλλον αβίαστα.
Τι εννοούμε με την λέξη Πατρίδα; Το κράτος που ορίζεται από συγκεκριμένα σύνορα
και που προσπαθεί να χωρέσει εντός του έναν αριθμό ανθρώπων που προσδιορίζονται
ως Έλληνες (ακόμη και αυτούς που δεν θέλουν ή δεν νοιάζονται καν να λέγονται
έτσι);
Το ίδιο αυτό κράτος μαζί με το σύγχρονο πολιτειακό
καθεστώς του όπως λίγο-πολύ το ζήσαμε έως σήμερα και είχε τη δυνατότητα ή τη
πονηριά (…) (και την άδεια αυτών που το έλεγχαν) να μοιράζει υπέρ-δάνεια και παχυλές
συντάξεις όχι πάντα δίκαιες, αλλά και πολλές άλλες κομπιναδόρικες
χρηματοδοτήσεις κάθε είδους;
Εννοούμε μαζί με όλα αυτά και το έδαφος αυτό καθεαυτό ως περιουσιακό στοιχείο;
Τη περιουσία των πολιτών και το δικαίωμα στη διαχείριση;
Τελικά, η Πατρίδα που τόσος λόγος γίνεται για να διασωθεί, αν ειδωθεί με αυτό το
τρόπο και υπό αυτό το πρίσμα, καταλήγουμε στο ότι έναν καλό μάνατζερ χρειάζεται
και ένα επιτελείο από τους καλύτερους διπλωμάτες-τεχνοκράτες- διαφημιστές.
|
Οι Θεοί μας Οδηγούν Πάντα |
Προσωπικά, επιμένω να θεωρώ, ότι πρώτα και πάνω από
όλα έρχεται η Υπεράσπιση της Εθνικής Λατρείας των Θεών μας (δεν εξετάζω
Θεολογικά το ζήτημα εδώ εννοείται, εμμένω στο «πολιτικό» του θέματος), η οποία
μπορεί και κυριολεκτικά να ορίζει-προσδιορίζει το Έθνος, ακόμη και αν αυτό
αδυνατεί να ελέγχει τη πολιτειακή του υπόσταση, κοινώς να είναι υπόδουλο.
Οι λατρευτικοί τρόποι, από μόνοι τους, αποτελούν Έθος, και όταν αυτοί αβίαστα
προκύπτουν δημιουργώντας κώδικες Θεολογίας κοινώς αποδεκτούς, τότε έχουμε το
κύριο και αδιάσπαστο συστατικό του Έθνους γεννώμενο και πορευόμενο στην
Ιστορική διαδρομή του.
Ιστορικά ιδωμένο λοιπόν,η Πατρίδα ως έννοια καθορίστηκε και προέκυψε ύστερα της απαρχής της Λατρείας των Αθανάτων και
ακριβώς θεμελιώθηκε προϊόντος αυτής.
Το να βάζω σε δεύτερη μοίρα το «θρησκευτικό ζήτημα» ως αυτό να είναι
υποδεέστερο, το κατανοώ σαν να ακυρώνω τη Λατρεία των Θεών μας στην
ουσία της, το αισθάνομαι δε ως προοίμιο μίας ουσιαστικά άθεης κοινωνίας με κρατική
άνευρη ταμπέλα «πατρίδα τάδε», και στη καλύτερη των περιπτώσεων, με φολκλορικές
αναφορές σε μια παιδιάστικη και επιγραμματική «μυθολογία».
Στην ουσία μία Πατρίδα του λαού γενικώς αλλά όχι του Έθνους.
Ακόμη, το να βάζω σε δεύτερη μοίρα τη Λατρεία των Θεών, χάριν « του
κατεπείγοντος της κατάστασης» ( η ανάγκη του κατεπείγοντος υπήρξε φοβούμαι από
πολλά χρόνια πριν, τώρα είμαστε απλά στο δια ταύτα) μου ακυρώνει την ίδια μου
τη Πίστη σε Αυτούς, καθώς μόνον αν δω τους Αθανάτους ως υποδεέστερους της ύλης
και της θνητότητας, εγκλωβισμένους σε χρονικά ή κοινωνικά όρια, θα ήταν
αποδεκτό αυτό. Δε θα ήταν λάθος να πούμε ότι θυμίζει κάτι από ευημερισμό αυτό:
Κατασκευάζουμε «θεούς» και τους εντάσσουμε
απλώς στις κοινωνικές εξελίξεις και στις ιεραρχικές ανάγκες.
Ακριβώς αυτό το τελευταίο, θα ήταν σαν
μία παραδοχή ενός αναπόφευκτου «θανάτου» των Θεών. Μία αυτοκτονική τάση του
Πνεύματος.
Και σε μία κοινωνία ευημεριστών που διαγράφονται
οι Θεοί (ή που θέλει να τους τελειώνει από μόνη της για να είμαστε ακριβέστεροι..),
αναπόφευκτα τη θέση τους παίρνουν οι ισχυρότεροι (με κάθε είδους χρησιμοποιούμενων
μέσων) των ανθρώπων που καταφέρνουν τελικά να άρχουν επί των άλλων. Μία
κοινωνία καλειδοσκόπιο, ψευδαισθητική, που μετασχηματίζεται δίχως βάθος
Πνεύματος.
Όσο για «ένωση με τους χριστιανούς», αυτό το «όλοι μαζί για τη Πατρίδα», και
πάλι πρέπει να πω ότι μου είναι αδύνατον να το δεχτώ για πολύ απτούς λόγους.
Δεν βλέπουμε, ούτε νοιώθουμε, ούτε
αγωνιζόμαστε για την ίδια Πατρίδα.
Η δική τους έχει την αόρατη εμπρός τους αλλά κυρίαρχη πρωτεύουσα την
Ιερουσαλήμ.
Για αυτήν μαθαίνουν στα σχολεία, στο
όνομα αυτής ονοματοδοτούν τα παιδιά τους, υπό τη σκέπη αυτής παντρεύονται, στο
φως αυτής κηδεύονται και στο όνομα αυτής ανατριχιάζουν αισθανόμενοι μυστηριακό δέος
, και εν τέλει η ίδια η έννοια της Πατρίδας, ακυρώνεται μπροστά στο
|
Η τοιχογραφία στο Βατικανό με το σπασμένο Άγαλμα του Θεού Ερμή ενδεικτικό της φυσικής αποστροφής της επιβαλλόμενης θρησκείας της ερήμου προς τον Εθνικό Κόσμο. |
παγκοσμιοποιημένο
μήνυμα του χριστιανισμού.
Ακόμη χειρότερα, στην επουράνια έκφανσή/αντανάκλασή της προσεύχονται να βρεθούν
οι ψυχές τους μετά θάνατον.
Η δική τους καθ’ ύλη πατρίδα, ένα μείγμα αποτυχημένου εθνικισμού που δεν
δίστασε να ζωγραφίσει λευκό έναν ιουδαίο
στη καταγωγή άντρα στις λατρευτικές τους εικόνες για να μην αισθάνονται φυλετική
ντροπή, και μίας άκρατης επιθυμίας τους για να ενσωματωθεί στο πνεύμα του
δυτικού κόσμου της (παγανιστικά ορμώμενης) Αναγέννησης δίχως όρους, πάσχει από «ψυχολογική τυχαιότητα» αν μου
επιτραπεί ο νεολογισμός.
Το ότι έτυχε (όπως κατανοούν αυτοί την
τύχη ως έννοια) να γεννηθούν οι ρωμιοί σε αυτό
τον τόπο, τους δίνει την ψευδαίσθηση να αισθάνονται ένα ιστορικό άλλοθι
για να μην αισθάνονται μειονεκτικά απέναντι στους άλλους λαούς (αλλά με τη δόξα
που θέλουν να διαχειρίζονται, να τη χρωστάνε στη Παγανιστική Ελλάδα, τι παράδοξο
αλήθεια).
Η δική μας Πατρίδα, αυτή που βιώνουμε και κατανοούμε οι Εθνικοί, τι κοινό έχει
με τη δική τους;
Οι δικές μας επιδιώξεις για τη Πατρίδα μας τι κοινό έχουν με τις δικές τους;
Η επίκληση του Εθνισμού σήμερα, είναι
αδύνατη δίχως το βίωμα των Θεών μας.
Εν κατακλείδι, πόσο σώφρον σύμμαχος είναι κάποιος που εκλιπαρεί την Ιερουσαλήμ
για εύνοια, και ταυτόχρονα υποτίθεται ότι θα «αγωνιστεί» ώστε να τον αφήσει ύσηχο;
Και τέλος, κανείς δεν εξετάζει τη σχέση της Ελλάδος με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Δυστυχώς για το μεγάλο πλήθος εκεί έξω, οι Εθνικοί της Ευρώπης έχουν «
υποδεέστερες» Πατρίδες..
Όμως η Κοινή μας Γη, η Μητέρα Ευρώπη γονιμοποιημένη και από τον Ελληνικό Λόγο έχει
πολύ μεγαλύτερη αξία και ισχύ από όση πολλοί αντιλαμβάνονται αυτή τη στιγμή.
Και αυτό μένει να φανεί στο άμεσο μέλλον..
Θα επανέλθω μελλοντικά ελπίζω με περισσότερα επί αυτού.