Σχεδόν πάντα, όσοι υπόσχονται μία κάθαρση, την απαιτούμενη θεραπεία της κοινωνίας,
αναγγέλλουν και υπόσχονται ότι είτε θα προκαλέσουν είτε θα είναι οι φορείς, της κατά αυτούς, αναπόφευκτης έλευσης μίας νέας κατάστασης.
Μίας «νέας αρχής».
Μία αρχή που συνήθως θέλουν να είναι αποτέλεσμα όχι απλής έστω και ηθελημένης βάση της αναγκαιότητας φυσιολογικής διαδοχής στο ρου του χρόνου και των εξελίξεών του , αλλά ο απότομος καταιγισμός μίας «λύτρωσης» που φυσικά θα πληρωθεί από μία μανιώδη δίχως κριτήρια θέληση και σίγουρα θα πρέπει να περιλαμβάνει τη θαυματοποιό δράση ενός «λυτρωτή».
Ενός λυτρωτή που είτε θα γεννήσει /φέρει «ξαφνικά» μαζί του σχεδόν αυτόματα το είδος του «νέου» ανθρώπου (του εντελώς αντίθετου από αυτόν που ανήγγειλε ο Νίτσε) είτε θα τιμωρήσει όσους ταλαιπωρούν τους αθώους, λυτρώνοντας τους και επιτρέποντάς τους να συνεχίζουν να ζουν απρόσκοπτα, δίχως να εξεταστούν καν οι όποιες δικές τους ευθύνες, αφού οι εν λόγω «αθώοι» είναι και οι κλητήρες του εν λόγω λυτρωτή, είτε όλα τα παραπάνω από κοινού μαζί.
Για να καταφέρουν να «έλθει» τελικά αυτός ο «νέος» άνθρωπος, χρειάζεται να υπερκεραστεί με κάποιο τρόπο η φυσική ροή των πραγμάτων, και έτσι μία από τις πρώτες απόπειρές τους είναι να δαμάσουν τον χρόνο. Για να το κάνουν αυτό, έχουν έτοιμη μία συνταγή που έχει ξαναχρησιμοποιηθεί στο παρελθόν. Χωρίζουν την Ιστορία σε ένα δεδομένο πριν και ένα μετά ως συνέχεια. Απαρνούνται οτιδήποτε από το «πριν» όπως αυτοί το ορίζουν, δηλαδή γραμμικά, ως πεπερασμένο, αποτυχημένο, εκπληρωμένο, ή στην καλύτερη των περιπτώσεων το χρησιμοποιούν για να αποδείξουν την αποτυχία του παρελθόντος τρόπου και φυσικά το δικαιότερο και ορθότερο των αποφάσεών τους.
Ο «νέος άνθρωπος» που θέλουν να δημιουργήσουν, κουβαλά επάνω στους ώμους του, όλες τις προσδοκίες, τις επιθυμίες, τα οράματα των δημιουργών του, ακόμη και αν αυτά φανερωθούν στο τέλος εφιαλτικά, ή όνειρα παραφροσύνης μίας αφύσικης τάξης πραγμάτων την οποία και επικαλούνται ούτως ή άλλως.
Συνήθως αυτός ο «νέος» άνθρωπος μέσω των διαταγών και των επιθυμιών που παρέλαβε από τον «λυτρωτή», οραματίζεται να είναι ένας στείρος εκδικητής ως προς τη παλαιά τάξη και ηγεμών ως προς τη νέα η οποία προφητεύεται ,από τους πιστούς του λυτρωτή προφήτες, αδιασάλευτη πλέον και με κάποιο τρόπο, μία «θεϊκή απόφαση», αμετακίνητη.
Και φυσικά, το σημείο εκκίνησής του ή μάλλον το σημείο από όπου κρατά την ιδεολογική καταγωγή του , σπανίως έχει ιστορικά απτή δικαιολογία. Το πιο σύνηθες, αυτή να χάνεται κάπου στα βάθη μιας αναπόδεικτης φαντασίωσης, εκεί που είναι δύσκολο να ανιχνευτούν οι ουσιαστικοί σκοποί του, να εξηγηθούν από τους απλούς ανθρώπους τα πώς ή τα γιατί τον δημιούργησαν, καθώς και να δικαιολογηθεί το γιατί πρέπει τώρα σώνει και καλά να έλθει.
Αποτελεί τρόπω τινά ο «λυτρωτής» ένα ιστορικό άλλοθι, μία εγγύηση πράξεων, του ουσιαστικά «άχρονου» και άρα μη ελέγξιμου δικαστή, σε μία αναγκαστικά προεκτεινόμενη και για αυτό «δικαία» «θεϊκή» αποστολή. Είναι ίσως αν το συλλογιστεί κάποιος, ένας αποδιοπομπαίος τράγος, μόνο που αυτή τη φορά δεν θυσιάζεται, αλλά τιμωρεί και ξεφορτώνει από την ιστορική ευθύνη τη συντεταγμένη κοινωνία που τον αναγγέλλει και τον υποδέχεται. Είναι μία σκεπτομορφή κοινωνικής απραξίας , νωθρότητας και ανευθυνότητας. Η αναγκαιότητα της επιθυμίας ενός πλήθους να εμφανίσει λυτρωτές, είναι ίσης αξίας με τη καταθλιπτική ανημποριά που αισθάνεται να ζήσει ως υπεύθυνο για τη ζωή του. Είναι η άρνηση της συμμετοχής όσο και αν επικαλούνται μαζική υπακοή. Απλώς τοποθετούν κάποιον να κάνει τη δουλειά για αυτούς.
Και ως συνήθως, όταν η σκεπτομορφή ,του τραγικά άστοχου γένους που τον έπλασε, τελικά εμφανίζεται στο πρόσωπο κάποιου και πραγματώνεται ο σκοπός του από τους οραματιστές του μέσω φυσικά των αποκλειστικά δικών τους ενεργειών και επιλογών, τότε αφύσικος καθώς είναι, δεν έχει τι άλλο να προσφέρει απλόχερα, παρά παραφρονημένες ιδέες, απομόνωση του ατόμου, και ακόμη χειρότερα σε καταστάσεις μαζικής παράκρουσης, τρόμο και αίμα. Μέχρι την αναπόφευκτη και απόλυτα φυσιολογική πτώση και τη φυγή του πίσω στην αχρονία από όπου και προήλθε, έχει υπάρξει το μέσον για να παραμείνουν οι άνθρωποι ακόμη χειρότερα δέσμιοι των πραγματικών δυναστών τους, ακόμη πιο κρυμμένοι στην ατομικότητα τους , ακόμη πιο απομακρυσμένοι από τις ρίζες του πολιτισμού τους. Θα φύγει αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο κρατήρα καμένης γης, και οι γηγενείς του εκάστοτε Πολιτισμού που τυχόν δάμασε, θα αναγκαστούν να ξαναεργαστούν με μεγαλύτερη ζέση για να ξανακάνουν χέρσα τη Πολιτισμική τους Γη. Το αν και πόσο μπορεί να επιτευχθεί αυτό, κρίνεται από πολλούς παράγοντες με προεξέχων όμως το μόχθο των αγωνιζόμενων και τις συνθήκες που κυριαρχούν γύρω τους. Και φυσικά του τιμήματος που μπορούν, ή είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι ολοκληρώνεται ποτέ με απόλυτη επιτυχία μία τέτοια προσπάθεια. Γιατί το απόλυτο είναι αφύσικο για τους θνητούς.
Μόνο ο θάνατος είναι απόλυτος όταν έρχεται, είτε στο σώμα είτε στο Πνεύμα.
Ο Αγώνας αυτός είναι ίσως ο τίτλος της επικεφαλίδας στο βιβλίο που καταγράφεται η εξέλιξη της ανθρώπινης υπόστασης, που όσο απομακρύνεται από τον κατά φύση τρόπο ζωής και εξελίσσεται δυσανάλογα τεχνολογικά σε σχέση με το πνευματικό-φιλοσοφικό πεδίο της τόσο ο Αγώνας θα δυσκολεύει και θα είναι παραπάνω από αναγκαίο να γιγαντώνεται. Έτσι, με πρόσκαιρες νίκες, αλλά όχι χαμένους πολέμους, θα έχουν να αντιμετωπίζουν πάντα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τους φοβισμένους και άτολμους ή απλώς παράφρονες ανθρώπους, οι οποίοι σε κάποια επόμενη ιστορική καμπή των αποτυχιών τους, των ατομικών και συλλογικών, θα συνεχίζουν , με οποιαδήποτε μορφή και αν αυτός έχει, να επικαλούνται με την άνεση που παρέχει η παραφροσύνη στα θύματά της, από κάποιο άχρονο και άτοπο σημείο ξανά, τον επόμενο λυτρωτή τους, φορτώνοντάς του τις τότε προσδοκίες τους, με τους τρόπους του να είναι ότι θεωρήσουν τότε ως ιστορικά σημαντικό οι μελλοντικοί προσκυνητές του.
Μένει λοιπόν να απαντήσουμε. Εμείς οι Εθνικοί, από ποιον άνθρωπο-Σύμβολο αντλούμε τις αναφορές και τους παραδειγματισμούς μας ; Από τί είδους πρόσωπο; Έναν άνθρωπο; Ένα πρόσωπο; Με τι είδους τρόπους , από πού και από πότε;
Πιστεύω πώς όχι. Ένας άνθρωπος δεν μπορεί να είναι. Αν είναι ένας, στερούμε από το λόγο μας τη διαχρονία και την εξελικτικότητα . Άρα το Σύμβολο που υψώνουμε ίσως πρέπει να είναι τουλάχιστο μία Οικογένεια. Το λιγότερο τρεις. Ένας Άνδρας, Μία Γυναίκα, ένα Τέκνο. Το πιο απλό κλάσμα ως προσωποποίηση όλων των Οίκων μας.
Ο δικοί μας άνθρωποι, που πλαισιώνουν τους Οίκους μας, βαδίζουν έχοντας ως αφετηρία το σημείο που η Ιστορία αυτού του τόπου πρωτοένιωσε και κατέγραψε το παρθενικό όργωμα της Γης, θέρισε την πρώτη Σοδειά βρώσιμων αγαθών και Συμβολοποίησε τη Ζωή μέσω της Τέχνης.
Αφετηρία διακριτή από τότε που καρπώθηκε τη πρώτη Σοδειά Φιλοσοφίας που έντυσε το Νου και απέδωσε ως νέα σπορά στους Οίκους. Εσοδεία Ποίησης, Επιστήμης, Θεολογίας για τη κατανόηση των Θεών και των Νόμων των οποίων είναι θεματοφύλακες. Τρόπου Ζωής, στάσης απέναντι στο αναπόφευκτο της θνητότητας.
Οι Οίκοι μας βαδίζουν μέσα από τα λόγια της πρώτης Τραγωδίας, της πρώτης Ολυμπιάδος ενός Έθνους που είχε ήδη αποκτήσει την αυτογνωσία του και κατανοήσει Πάτριους Τρόπους.
Οι δικοί μας Άνθρωποι, ποτέ δεν σταμάτησαν να βαδίζουν. Από τη Μήτρα τους ακόμη, χτυπήθηκαν βάναυσα από τρομοκράτες λυτρωτές - κατακτητές, κρύφτηκαν κάτω από τη Μητέρα Γη, ξαναήλθαν με τον Θεό Διόνυσο σε Ζωή, και με τη Θεά Περσεφόνη ακολουθούν τις Εποχές, και ας κομματιάστηκαν και ας ο Χειμώνας τους έκρυψε πολλές φορές στις Σκιές. Πολεμήθηκαν ηθελημένα ή αθέλητα από όσους ήθελαν απλά να τους χωρέσουν στις άχρονες μήτρες της σκέψης τους. Μα και πάλι, δεν σταμάτησαν να βαδίζουν, μα ούτε και θα σταματήσουν όσο υπάρχουν Έλληνες στο Πνεύμα. Οι ίδιοι άνθρωποι που δέχτηκαν τη Γνώση της Μαντικής από τον Θεό Απόλλωνα τη Γνώση της Μέθεξης από τον Θείο Βάκχο, που ανακούφισε τις πληγές τους ο Ιήτωρ Θεός, ο Ασκληπιός, που οι πρώτοι όρκοι τους άνηκαν στον Κεραυνό της Αρκαδίας στον Ήλιο και τη Γη, όλοι τους είναι ένας Οδυσσέας και όλες τους μία Πηνελόπη, όλοι τους ο Θησέας, και όλες η Αριάδνη, ταυτόχρονα Ιεροφάντες και Μυούμενοι, Ευμολπίδες και Βακχευτές.
Και φυσικά ξέρουν ότι μπορούν και είναι φυσιολογικό να κάνουν λάθη. Η γνώση όπως έγραψε ο Γιουνγκ δεν έρχεται μόνο μέσα από τις επιτυχίες αλλά και από τα σφάλματα.
Γιατί δεν είναι οι άνθρωποι Θεοί, και ας είναι φτιαγμένο το Αθάνατο της Ψυχής τους από το ίδιο Υλικό με Αυτούς.
Κάνουν λάθη και για αυτό ακόμη και αν καταλαβαίνουν ότι χάρη σε αυτά θα βρεθούν πολλές φορές με τη πλάτη στον τοίχο της Ιστορίας, έχουν και την επίγνωση ότι είναι φυσικοί και άρα αληθινοί.
Οι ίδιοι άνθρωποι μας που καθώς τους εχθρεύονται πάντα οι αφύσικοι, όταν βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση, τους έντυσαν, απειλώντας τους με το σπαθί, με ενοχές για την ίδια τη ζωή τους, προσπάθησαν να τους κάνουν να προσκυνήσουν στη λατρεία του θανάτου. Στην ακαλαίσθητη λατρεία του άχρονου, αφύσικου, απόκοσμου όντος με τα πολλά κεφάλια και τον μοναδικό ζηλότυπο νου.
Οι ίδιοι άνθρωποι, το ίδιο ζεύγος και το τέκνο, σιωπηλοί στα χείλη και εργατικοί στο Νου, χαράζουν δρόμους. Δρόμους Πατρίδας που οι ίδιοι δημιούργησαν με αίμα αληθινό και κόπο μετρήσιμο και δεν το χρωστάνε σε κανέναν. Ένα μονοπάτι που για το αν θα περάσει τελικά μέσα από την Πόλη μας, αυτή την ίδια Πόλη που οι σημερινοί κάτοικοί της, δεν μπορούν να κοιμηθούν δίχως τα τραγούδια των Σειρήνων τους, δεμένοι οι νόες τους στα ίδια τους τα σώματα, αν θα τους προσκαλέσουμε και θα τους αναγνωρίσουμε στην Όψη ώστε να πλαισιωθούν ως Συγγενείς στους Οίκους μας, υπεύθυνοι είμαστε – και θα είμαστε πάντοτε- μόνον εμείς οι ίδιοι. Κανένας λυτρωτής. Ο Πάντα Νέος άνθρωπος, ο Ενάρετος, ο έχων τη Γνώση του Εαυτού του, ο ευγνώμονας στους Θεούς για το Δώρο της Ζωής, βαδίζει με μόνη Πυξίδα τις επιλογές μας.
Θησέας Λύκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου