Κάποτε, πολλά χρόνια πριν, όταν ήμασταν μικρά παιδιά, από μερικά στραβοχτυπήματα μερικές φορές ακόμη και ανιστόρητα, που ξέφυγαν από αυτούς που ήταν σίγουροι ότι δεν μπορούμε να ανθίσουμε ξανά, σαν αυτά που ήταν κλεισμένα σε κουτιά παιδικών παιχνιδιών με τα οποία πρωτοχτύπησε άγρια η καρδιά μας στον ρυθμό του ελεύθερου και αληθινού, που μας υπενθύμιζαν ότι η μόνη μάχη είναι πάντα σώμα με σώμα, και άρα όλα καταλήγουν στο μυαλό και στην ψυχή.
Άλλοτε, όταν αφήσαμε τα παιχνίδια στα κουτιά τους και μας δώρισαν βιβλία, με πυρετώδεις ιστορίες που
τυπωνόντουσαν σε φτηνό χαρτί βιβλίων τσέπης, αλλά γραμμένα με μελάνι της ψυχής, από συνεργούς συγγραφείς που έσκαβαν με τη πένα τους τρόπους διαφυγής τόσο για τον εαυτό τους όσο και για εμάς όλους σε κάθε χρονική στιγμή, και άλλοτε πάλι, μεγαλώνοντας λίγο ακόμη, με το ταξίδι μέσα από το χωροχρονικό κανάλι της πιο μεγαλειώδους Τέχνης που αγγίζει θηρία και ανθρώπους, της Μουσικής, με συνθέσεις που οι κλίμακες τους έκρυβαν πάντοτε ένα κοφτερό σπαθί κάτω από τη μορφή μίας κιθάρας, έναν θώρακα σφυρηλατημένο στον ρυθμό των τυμπάνων, και έναν σύντροφο στις φωνές των τραγουδιστών, σκαρφαλώσαμε αργά από τα πιο δύσβατα βράχια αναζητώντας αυτό που μας είχαν αποκρύψει ξεκάθαρα και συνειδητά πριν καν γεννηθούμε.
Η είσοδος μας σε αυτό το ταξίδι, σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από τα σπαθιά των αγαπημένων μας «βαρβάρων», από τη μυρωδιά των pulp σελίδων που ακόμη και σήμερα αποτελούν αιτία έρωτος για να κλείσουμε τα μάτια μας στη θύμησή της. Οδηγήθηκε υπό τους ήχους των μακρυμάλληδων Βάρδων μας, που μας καλούσαν να σηκώσουμε όλο και πιο ψηλά το νου μας, και να αντέξουμε σε όποια δυσκολία βρεθεί μπροστά μας, ευχαριστώντας Θεούς και Προγόνους για το δώρο της ζωής.
Και μετά.
Μετά, με τα γένια μας πια να έχουν σχεδόν καλύψει τα πρόσωπά μας, καθώς κοχλάζαμε μέσα μας και αγριεύαμε μπροστά στα αδιέξοδα των «προτάσεων ζωής» και στα καλούπια που μας ετοίμαζαν μόλις θα «ηρεμούσαμε», πισθάγκωνα δεμένοι από τις ελάχιστες επιλογές που μας αφήναν για τα χρόνια της ενηλικίωσής μας που ερχόντουσαν γρήγορα μπροστά μας ως καταδίκη από αυτούς εξασφαλισμένη στο όνομα της εργασίας και της υπακοής.
Μετά λοιπόν, για τον καθένα μας, έλαμψαν νέοι Οδοδείκτες, οδηγημένοι μπροστά τους από τους ανέμους των παιδικών μας χρόνων που τους ξέφυγαν λίγα χρόνια πριν.
Μα αυτή τη φορά, δεν έδειχναν μόνο τη κατεύθυνση, αλλά και τις αποστάσεις. Τις αποστάσεις που καθορίζουν τη ζωή.
Για τον καθέναν μας υπήρξαν διαφορετικοί Οδοδείκτες, και όσοι από εμάς μεγάλωσαν εμπιστευόμενοι το ένστικτό τους, όπως μας το δίδαξαν οι Βίκινγκς και οι Βάρβαροι των παιδικών μας παιχνιδιών , ο καθένας μας διάλεξε αυτόν που ταίριαζε στην πιο αληθινή εικόνα της ψυχής του.
Κανένα σκοτάδι ή αλυσίδα δεν μπορεί να σταματήσει μία Γέννα που η εγκυμοσύνη της υπήρξε από Σπέρμα Θεών και Μήτρα Θεαινών.
Όλα συνεχίζονται.