Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Ανάμεσα σε Όρη και Δάση / Among the Mountains and the Forests



Κάθε οδοιπόρος της Γης, ψιθυρίζει καθώς βαδίζει κρατώντας τη ράβδο του,
έναν μελαγχολικό, γλυκό σκοπό.
Γιατί αυτό το ταξίδι θα είναι μακρύ, και η ψυχή αντέχει μόνον αν στάζεις μέσα της
το γλυκό ποτό της νοσταλγίας.
Κάθε Θρύλος που έντυσε προστατευτικά την ψυχή των ανθρώπων μας,
κάθε σταγόνα ιδρώτα στο μέτωπό τους από τον μόχθο τους για να προστατέψουν
ότι παραδόθηκε από Μητέρα σε κόρη και από Πατέρα σε γιο, είναι τα εφόδια μας
και η βαρύτιμη κληρονομιά μας που έχουμε τυλίξει στον ταξιδιωτικό σάκο.
Συχνά είμαστε τυχεροί και συναντούμε αδελφούς και αδελφές στο δρόμο μας, και σαν έλθει η ώρα να πρέπει να ξεκουραστούμε, βρίσκουμε ένα ξέφωτο να κάτσουμε και να μοιραστούμε τα ξύλα που θα μας ζεστάνουν κάτω από τον αστερισμό του Ηνίοχου τον οποίο καλύπτουν τα πάντα ακίνητα σύννεφα.
Τα τραγούδια που παραδίδουμε γύρω από τη φωτιά στη μεγάλη νύχτα, είναι τραγούδια νοσταλγίας για τους τόπους μας, μυστικής γιορτής για τους Θεούς μας και μοιράζονται καλόκαρδα σε όσους κάνουν Κύκλο γύρω από τις ζεστές μας φλόγες.
Όπως η νύχτα, έτσι και το ξημέρωμα, εδώ  και χρόνια πολλά, πριν εμείς βαδίσουμε στη σεβάσμια Γη,  είναι γκρίζο και συννεφιασμένο.
Μα εμείς γνωρίζουμε πώς είναι στην Όψη του ο Πολυτίμητος Ήλιος, τι χρώματα δίνει στα φύλλα των Ιερών μας δέντρων και πώς κάνει τους πετεινούς να προσπαθούν να ξυπνήσουν τον αγωγιάτη.
Γνωρίζουμε για το ταξίδι του στον Πατέρα Ουρανό, και πώς και πίσω από τα γκρίζα και μουντά σύννεφα είναι πάντα εκεί, και η ζωή που προσφέρει και αυτά τα διαπερνάει.
Για αυτό και εμείς βαδίζουμε ακολουθώντας τον, γιατί αυτός  είναι ο Οδηγός μας, όπως ήταν και των ανθρώπων μας αιώνες επί αιώνων πριν,
για να διασχίζουμε με ασφάλεια το μονοπάτι με την αινιγματική και ζωντανή ομίχλη, ανάμεσα στα Όρη της Ιστορίας και στο Δάσος του Μύθου.  


Αφιερωμένο στους αγαπημένους συνοδοιπόρους μου
και σε όσους δεν έτυχε να συναντήσω μα και που αυτοί βαδίζουν




Each wayfarer on the Earth, whispers as keep on walking holding his rod,
a melancholic, sweet tune.
Because this journey will last long and soul withstands only if dripping through the
sweet drink of nostalgia.
Each legend which has gently clothed the very soul of our people,
every drop of sweat on their foreheads from their labor to protect
what has been delivered by Mother to daughter and from Father to son, are our supplies and our precious heritage that we have to wrap safely in our travel bag.
Often we are lucky to meet brothers and sisters on our way, and as the time comes to have to rest, we find together an open area to sit and share the wood that will warm us under the constellation of Auriga which is always hidden behind listings clouds.
The songs that we deliver around the fire in the big vast night, are songs of longing for our motherlands, secret feast for our Gods and we share them amongst those who circle around our warm flames.
As is the night, so is the dawn, for many years, before we walk on the venerable Earth, gray and cloudy.
But we know how the Glorious Sun’s face is, what color gives to the leaves of the sacred trees and how we he makes the fowls strong trying to wake up the farmer.
We know about his journey to fields of the Father Sky, and how behind gray and dingy clouds, is always there, and life that offers traverses them as well.
For this we follow him and we keep the march, because he is our guide, as it was centuries ago for our people,
to safely lead us and cross the path with the enigmatic, living fog among the mountains of History and the Forest of Myth.


Dedicated to my beloved companions and to all those that I’ve never met but I know they keep marching along.|

Δεν υπάρχουν σχόλια: